Σελίδες

17/3/08

Ο Κουφός & ο Τυφλός


Ένας πλήρης οργασμός εργασιών επικρατούσε στην κυρία αίθουσα καθώς η προσμονή αυτών που θα τιμούσαν με την παρουσία τους την παράσταση απόψε το βράδυ, έκανε τους πάντες νευρικούς και αγχώδεις. Ο Δήμαρχος, δημοσιογράφοι και άλλοι γνωστοί και άγνωστοι είχανε κλείσει εισιτήρια για να δούνε από κοντά την ορχήστρα των χρωμάτων, μήνες πριν την επίσημη ημέρα έναρξης.

Η ορχήστρα σε μια γωνιά ζέσταινε τα όργανα αφήνοντας νότες και ήχους χωρίς ρυθμό και μουσικό ύφος, να πλανιούνται στον χώρο. Θα αναλογιζόταν κανείς ότι πώς ήταν δυνατόν τόσα διαφορετικά είδη οργάνων, που αν ακουστούν όλα μαζί ταυτόχρονα, η κακοφωνία τους αναιρεί κάτι τόσο γλυκό όσο την συμφωνία του Αυγούστου που θα εκτελούσαν απόψε το βράδυ.

Ο Μαέστρος σε μια καρέκλα διάβαζε τις παρτιτούρες του ξανά και ξανά φανερά ενοχλημένος από τις καθαρίστριες του θεάτρου που μάζευαν τα τελευταία σκουπίδια ανάμεσα από τις καρέκλες. Ο Ταμίας στην είσοδο ταξινομούσε τα εισιτήρια μέσα στο συρτάρι του, ανά πτέρυγα και κόστος. Ο υπάλληλος στο κιλικίο έβαζε τα τσιπς και τα γαριδάκια στο μπροστινό μέρος και ονειρευόταν τις σημερινές εισπράξεις καθότι πίστευε ότι σήμερα ο πολύς κόσμος θα του άφηνε ένα καλό μεροκάματο.

Η ώρα 6.00 το απόγευμα και όλα ήταν στην εντέλεια! Τα πατώματα αστράφτανε, η είσοδος ήταν τακτοποιημένη και όλοι οι υπάλληλοι του θεάτρου φοράγανε αυτήν την ομοιόμορφη στολή μπλε παντελόνι με μωβ γιλέκο.

Πλήθος κόσμου μαζεύτηκε στην είσοδο και μετά από λίγο μπήκε στην κεντρική σάλα αφού πλήρωσε το αντίτιμο. Ο Δήμαρχος ήταν εκεί και ο γιός του βουλευτή που πολλά έχουν γραφτεί για την κοσμική του ζωή. Μπροστά μπροστά ένας ξανθός και δίπλα του ένας μελαχρινός κοντός με μεγάλα αυτιά που με τα απλά ρούχα που φορούσε ξεχώριζε ανάμεσα στα σμόκιν και τις γραβάτες των περισσότερων.

Σαν τα φώτα χαμήλωσαν, ο μαέστρος εμφανίστηκε σε ένα βάθρο σαν άλλος Ιησούς στο Όρος των Ελαιών. Σιγά αλλά σταθερά η ησυχία κυριάρχησε στις θέσεις των επισκεπτών και τα φώτα χαμήλωσαν και άλλο.

Μουσική απαλή σαν το νερό και δυνατή σαν τον άνεμο μάγεψε τα αυτιά των θεατών. Ο Μαέστρος ίδρωνε και έδινε οδηγίες, πότε στο κόντρα μπάσο πότε στα βιολιά. Ησυχία πάλι και ο ήχος από το πιάνο έκανε όλους να κοιτάξουν τον πιανίστα με θαυμασμό. Οι νότες χοροπήδαγαν από την ουρά του πιάνου και ο απαλός ήχος από το βιολί συντρόφευε την αρμονία του πιάνου. Ξανά βιολιά πιο δυνατά έσκισαν την αίθουσα στα δυο και συνεπήραν μαζί τους σκέψεις και επιθυμίες.
Όλοι κοίταζαν και κανείς δεν μίλαγε ακόμα και όταν επικράτησε σιωπή στην ορχήστρα. Τα τύμπανα βάρεσαν δυνατά και από το τσέλο ένας τσιριχτός γλυκός ήχος έκανε τους πάντες να ανατριχιάσουν. Η μουσική δάμαζε την σκοτεινιά και η σκοτεινιά κοίταζε στα μάτια τους τρομπετίστες έτοιμη να καταπιεί αδίστακτα και τις δικές τους νότες.

Ξανά σιωπή ,μια μικρή παύση, τα φώτα άναψαν και ο κόσμος σηκώθηκε όρθιος χειροκροτώντας δυνατά. Τα χέρια τους κοκκίνισαν από την δύναμη που χτύπαγαν τις παλάμες και ο μαέστρος έσκυψε το κεφάλι μα από μέσα του ο παράδεισος ζωγραφιζόταν ζωντανά μιας και τα αυτιά του ακούγανε τα ζήτω και τα μπράβο.
Σιγά σιγά αποχώρησαν με τάξη και με ήθος, σαν όλοι να αλλάξανε μυαλά για λίγο εκεί μέσα.

Στη έξοδο ο Διευθυντής χαιρέταγε τους πάντες, μα ιδιαίτερη υπόκλιση στον Δήμαρχο και στους γνωστούς δεν ξέχναγε να κάνει. Ξάφνου από μπροστά του πέρασε και ο μελαχρινός ο κοντός με τα μεγάλα αυτιά. Του έπιασε τα χέρια σφιχτά με καλοσύνη και με χαμόγελο πλατύ τον συγχάρηκε. Ευχαριστώ του είπε ο Διευθυντής αλλά ο κοντός με τα μεγάλα αυτιά δεν άκουσε και ζήτησε να το επαναλάβει. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ είπε πάλι ο Διευθυντής και ο κοντός πάλι δεν άκουσε τίποτα. Συγνώμη ζήτησε ταπεινά λίγο πιο δυνατά γιατί είμαι κούφος …

Το βράδυ καθόταν ο διευθυντής με τον μαέστρο και πίνανε ένα ρακί εις μνήμη τις σημερινής νύχτας που τους χάρισε δόξα και εισπράξεις. Περίεργο λέει ο Διευθυντής ήταν και ένας κουφός που πολύ του άρεσε η παράσταση; Αστείο δεν είναι ;

Αστείο είναι
απάντησε ο μαέστρος ότι αυτοί που ακούγανε ελάχιστα βλέπανε..

6 σχόλια:

non journalist* είπε...

το να "βλέπεις" τη σήμερον ημέρα είναι μεγάλο ταλέντο. Αστο ας μην ανοίξουμε τέτοια συζήτηση/

nkarakasis είπε...

Σίγουρα είναι μεγάλη συζήτηση, αλλά καλό είναι αυτοί που "ακούνε" να αρχίσουν να βλέπουν και αυτοί που νομίζουν ότι "βλέπουν" να αρχίσουν να "ακούνε"...

ΣΟΦΙΑ ΚΟΛΟΤΟΥΡΟΥ είπε...

Σε βρήκα τυχαία απόψε και θέλω να σου πω ότι, όσο περίεργο κι αν σου φαίνεται, αυτό που περιγράφεις συμβαίνει.

Εγραψες αυτή την ιστορία το Μάρτη. και την ίδια εποχή περίπου εγώ (που είμαι κουφή) πήγα σε συναυλία και περιέγραψα τις εντυπώσεις μου στο μπλογκ μου.

Περίεργο δεν είναι; Σαν να επικοινωνήσαμε μυστικά...

Δες τις εντυπώσεις μου εδώ:

http://kofosi.blogspot.com/2008/02/gagarin_24.html

nkarakasis είπε...

@Σοφία
Αντιγράφω την απάντηση που σου έδωσα και στο δικό σου post.

"Δεν θέλω να σου δώσω συγχαρητήρια για την δύναμη σου, γιατί έχεις.
Δεν θέλω να σου πω εμψυχωτικά λόγια, γιατί μπορείς να με διδάξεις σε αυτό.
Θέλω μόνο τούτο να πω :
Μπράβο που πήγες στην Συναυλία και "είδες" αυτά που δεν είδαν οι άλλοι. Εσύ το έκανες, εγώ απλά το φαντάστηκα. Εσύ το διασκέδασες, εγώ απλώς το σκέφτηκα (αν και τυχαία διότι δεν την γνώριζα την ιστορία σου. Σε άλλους που τα έχουν τετρακόσια αναφερόμουνα, αλλά με τον τρόπο σου με έκανες περήφανο για το κείμενο μου!)"

Ανώνυμος είπε...

Kai na blepeis kai na akous...
Megalo pragma... na sai kala re
Karakasi
to delfinaki tou atlantikou

Ανώνυμος είπε...

Ημουν τυφλός και είδα!
Ημουν κουτσός και έτρεξα!
Κεντέρη με φωνάζανε
μαύρο γυαλί φορούσα....
με λέγανε Κυκλάμινο
της νιότης σάπιο μήλο
μα το μπαστούνι το λευκό
σαν μιά σημαία κρατούσα...
Και κούτσαινα και πήγαινα
και δρόμο δεν φοβόμουν
και κάτω από τις πατούσες μου
το χώμα ιδρωκοπούσε
και βρώμαγε και έσκουζε
και λύπηση ζητούσε
Τα δέντρα εφωνάζανε
Οι πέτρες αλυχτούσαν
Μα εγώ με το μπαστούνι μου
αγέρωχα περνούσα
περνούσα, διάβαινα χωριά
και ο κόσμος με κοιτούσε
ακρίτα με φωνάζανε
μανάρι αλυχτούσαν
και τις παρθένες του χωριού
στα πόδια μου πετούσαν
γλυκόλογα μου έλεγαν
και πίπες μου πουλούσαν

μα εγώ τσιγάρο φούμαρα
βαρύ καπνό μασούσα
γιατί το ντέρτι της καρδιάς
όλο για μια τσαούσα

ήταν κοντή μα λυγερή
νάνο την εφωνάζαν
μα τα μαλλιά της τα ξανθά
μέλι και γάλα στάζαν
αλεύρια την πασάλιβαν
καρύδια την στολίζαν
μα η κοντή τα άντεχε
και λουκουμάς γινόταν

και εκει που την εσέρνανε
στο λάδι να την κάψουν
ενας στραβούλιακας χλωμός
...
τα τίναξε μπροστά της...

ΝΟ END = HAPPY END

Ηθικό Δίδαγμα:
Τούτο έχω να σας πω
είμαι περήφανος για το
παραδοσιακό αυτό τραγούδι
που συνοψίζει χωρίς να ταλανίζει
κουτσούς, στραβούς κτλ.

Mister T. (=Tyflos)

H παροιμία της ημέρας: Στου τυφλού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα!