Σελίδες

30/3/08

Η στιγμή

Κάποιες στιγμές είναι σαν τον καταρράχτη που χύνεται αδίστακτα ,σαν το πλήθος που ξεχύνεται στους δρόμους, σαν την ανάσα που γίνεται δυνατή όταν φιλάς αυτόν που αγαπάς.
Βγήκε από το σπίτι πέρασε από την πλατεία με τον ψηλό φοίνικα που όλα τα βλέπει και έφτασε μέχρι την προκυμαία.

Είδα ένα καράβι να έρχεται, είναι μέσα ;

Μπορεί δεν ξέρω.! απάντησε ο λιμενεργάτης που ξανά τον είχε ρωτήσει χθες και προχτές.

Δάκρυα χαράς πνίξανε τα μάγουλα, μα το χαμόγελο της υπερνικούσε την οποιαδήποτε ομορφιά του κόσμου. Η ελπίδα σαν ζώνη έσφιγγε το στέρνο και έκανε τις ανάσες της κοφτές και απότομες.
Το καράβι έκανε μανούβρα και μπήκε στο λιμάνι. Κόσμος άρχισε να βγαίνει από τη κοιλιά του πλοίου σαν μουσική που δεν χάνει τον ρυθμό της.

Ακόμα να φανεί , ακόμα…

Όταν και ο τελευταίος βγήκε δεν άντεξε και ρώτησε

Είναι κανείς άλλος μέσα; Κανείς απάντησε ο ταξιδιώτης και την κοίταξε περίεργα.

Η χαρά πνίγηκε, η ελπίδα χάθηκε , ο κόσμος ήταν άχρωμος και βουβός.

Άλλη μια μέρα; Άλλη μια ελπίδα ; Ακόμα μια στιγμή ..


**

Πόσοι μήνες, πόσα χρόνια πεταμένα
ό,τι χάνεται ακόμα με τρομάζει
κι η εικόνα σου που φαίνεται στον τοίχο
μόνη έξοδος κινδύνου τώρα μοιάζει.

Αχ, δεν είν' ο θάνατος που με τυραννάει
είν' η στιγμή, είν' η στιγμή που περνάει και χάνεται
Πρώτη εκτέλεση: Ελευθερία Αρβανιτάκη




1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Καλά κάνει η στιγμή και περνά και χάνεται, τι να κάνει δηλαδή, να μας κάτσει στο σβέρκο; Σκέψου το και έτσι...