Σελίδες

17/1/10

Dance of the knights





Μαύρο ξημέρωμα. Μια σκούρα ομίχλη τύλιγε τους στρατιώτες του λόφου. Απέναντι το κάστρο ορθωνόταν σαν γίγαντας ακούραστος, φώτα από μέσα του το ζωντάνευαν. Νόμιζες ότι σαλεύει μέσα στην νυχτιά. Φωνές από γυναίκες, ιαχές, όλα αυτά κάνανε τους στρατιώτες του λόφου να κοιτάζονται μεταξύ τους. Φόβος, απόγνωση. Μια μαύρη μέρα θα ξημέρωνε για αυτούς. Όλοι ήταν αμίλητοι εκτός από έναν, το Ερφιλντ τον μέθυσο που εξακολουθούσε μέσα στην νύχτα να σιγοτραγουδάει μπεκρολογώντας μέσα από ένα μικρό τσίγκινο μπουκάλι, γεμισμένο με ποιος ξέρει τι..

Ο στρατηγός των πολεμιστών του λόφου κοίταζε και ξανακοίταζε το κάστρο, καμία λεπτομέρεια δεν έπρεπε να του διαφύγει. Κάθε του ματιά, πρόδιδε μια σχέση έρωτα-μίσους με τις μεγάλες πλίθινες πέτρες απέναντί του. Κάθε κεφάλι που ξεπρόβαλλε από τις πολεμίστρες το μετρούσε, έκανε λογαριασμό. Ένιωθε τον αντίπαλο στο στέρνο του, ξεφύσαγε απαλά σαν να χορεύει μαζί του. Είχε πάρει ένα χαρτί και σημείωνε ότι σκεφτόταν. Μια σημαία στο κέντρο του κάστρου ήταν ο στόχος. Απλώς έπρεπε να αντικατασταθεί με την δικιά τους. Απλώς… γέλασε. Έτσι απλά γράφεται η ιστορία, όχι οι αγώνες. Αίμα, μυαλά, σπλάχνα θα χυθούνε στις επόμενες μέρες, μητέρες θα θρηνήσουν τα παιδιά τους, γυναίκες θα χάσουν τον άντρα τους, παιδιά θα μείνουν ορφανά και μόνη τους απόδειξη σε ότι περάσανε θα είναι αυτή η μικρή αυτή πρόταση στο βιβλίο της ιστορίας. «Μετά από τρείς ημέρες πολιορκίας το Κάστρο Σελφιντ παραδόθηκε» Εννιά λέξεις θα είναι η μόνη μαρτυρία για χιλιάδες στρατιώτες και άλλους τόσους που σφαγιάστηκαν. Χωράει τοσος πόνος σε 9 λέξεις; Χαμογέλασε ο στρατηγός μέσα στην νύχτα.

Ένα μαύρο πουλί πέρασε από πάνω του. Τον κορόιδευε.
Μουσική ακούστηκε μέσα από το κάστρο. Ο στρατηγός του λόφου έδωσε το έναυσμα. Θα ξεκινούσαν. Μια μικρή ανηφόρα και θα πλησιάζανε στο κάστρο. Οι στολές κουδούνιζαν από τον βαρύ οπλισμό, τα πρόσωπα τους σκυθρωπά, τα πόδια βαριά κλωτσούσανε τις πέτρες. Μουσική ακούστηκε πάλι από το κάστρο. Βιολιά, τρομπόνια..

Ο μέθυσος Ερφλιντ άρχισε να τραγουδάει πιο δυνατά. Ένας στρατιώτης πίσω-πίσω τον ακολούθησε. Μετά από λίγο άλλος, και άλλοι, και άλλοι. Οι φωνές φτάσανε μέχρι τον στρατηγό, ένιωσε την δύναμη των στρατιωτών μέσα του. «Είναι έτοιμοι» μουρμούρισε, συμμετείχε και αυτός στο τραγούδι. Μα κάτι περίεργο συνέβαινε σε αυτούς.
Τους κοίταξε. Τα πόδια τους πλέον περπατούσαν ρυθμικά. Μια γέρικη ελιά, κούνησε τα κλαδιά της, μια πορτοκαλιά τίναξε τα φύλλα. Όλοι χορεύανε, ρυθμικά με τέμπο ακουγόντουσαν οι φωνές. Ο ίδιος ρυθμός και μέσα από το κάστρο. Και από εκεί μουσική. Στάθηκε ο στρατηγός. Τι συνέβαινε; Στα εκατό μέτρα μπροστά τους ήταν η μεγάλη ξύλινη πύλη, κανονικά έπρεπε να βγουν στις πολεμίστρες οι τοξότες. Τίποτα! κανείς. Η μουσική δυνάμωνε μέσα από το κάστρο. Οι φωνές των στρατιωτών του δυνάμωναν. Ο βαρύς οπλισμός που κουδούνιζε άχαρα πριν από λίγο, τώρα ακουγόταν σαν μαντολίνο μέσα στην νύχτα. Τα πρόσωπα δεν φαινόντουσαν, μόνο ρυθμικό χτύπημα των σπαθιών στην πανοπλία και μια σιγανή χορωδία. Τα βήματα τους ήταν ρυθμικά, ο Έλφιντ φώναζε δυνατά από πίσω…

Χει! Χει ΧΕΙ!

Οι πύλες του κάστρου άνοιξαν απότομα, η μουσική από μέσα από το κάστρο δυνάμωσε, χιλιάδες άνθρωποι ξεχύθηκαν στο χώρο έξω από το κάστρο, άρχισαν να χορεύουν μαζί με τους στρατιώτες του στρατηγού. Ο στρατηγός ούρλιαξε «Επίθεση!» «Επίθεση!» και άρχισε να τρέχει προς το κάστρο. Κανείς δεν τον ακολούθησε. Φώναξε τον υποστράτηγο. Εξαφανισμένος. Τον είδε να χορεύει με μια χωριάτισσα, αγκαλιασμένος τρυφερά. Η μουσική δυνάμωνε συνέχεια, ώσπου βγήκαν έξω τα βιολιά και τα τρομπόνια. Με τις βιόλες και φλάουτα. Και όλοι χόρευαν.
Κάτω από την μαύρη νύχτα, το φεγγάρι αντί για αίμα, έβλεπε γέννηση. Αντί για θάνατο, ζωή, αντί για μαρασμό, χαρά. Μαύρο άσπρο.

Ο στρατηγός είχε τρελαθεί, τα μηνίγγια του πόναγαν. Το σπαθί του άστραψε μέσα στην νύχτα, όλοι τον απόφυγαν. Έτρεχε ανάμεσα τους, ανήμπορος. Προσπαθούσε να σφάξει όποιον έβρισκε, τους στρατιώτες του, τους στρατιώτες του κάστρου. Τους πάντες. Η μουσική δυνάμωνε. Χόρευαν πιο δυνατά όλοι τους. Τα βαριά τους πόδια σήκωναν σκόνη από τα χοροπηδητά. Ο στρατηγός δεν έβλεπε, ξεσπάθωνε στα τυφλά ουρλιάζοντας.

Έπεσε χάμω και έκλαιγε. Τι θα πει η ιστορία για μένα σήμερα;

Τον πλησίασαν κάμποσοι και τον αγκάλιασαν τρυφερά. Τον πλησίασε και ο στρατηγός του κάστρου, τον βοήθησε να σηκωθεί. Αυτός στηρίχτηκε στο σπαθί του και σηκώθηκε με μάτια κόκκινα.

Αγκαλιάστηκαν.
Dance of the knights

2 σχόλια:

Μιχάλης Ρ. είπε...

Μαγική ιστορία που αφορά το θαύμα. Όταν ο Θεός θέλει...Τρυφερό, πειγραφικό, φιλόδοξο, ρομαντικό, μου άρεσε, δεν μ' έπεισε αλλά με ταξίδεψε.

nkarakasis είπε...

Δεν είχε να σε πείσει για τίποτα. :)
Ευχαριστώ Μιχάλη, welcome to the free ride...