Σελίδες

15/2/11

Επιστολή...

Και αυτή την επιστολή του, την έβαλα μαζί με τις άλλες, στο κουτάκι με το δερμάτινο καπάκι. Πρέπει να είχα, πάνω από είκοσι εκεί μέσα, όλες σε φάκελο κιτρινωπό με στάμπες από απίθανα ταχυδρομεία. Στρογγυλές σφραγίδες, τετράγωνες, ίσιες, με λιοντάρια, φώκιες, ότι τραβούσε η ψυχή σου. Μα τούτη η τελευταία που μου είχε στείλει με είχε αφήσει με ανάμικτα συναισθήματα φόβου και περιέργειας. Ξέρω, πρέπει να σας εξηγήσω. Λοιπόν θα σας διαβάσω την επιστολή πριν την βάλω στο κουτί, αν και με έχει εξορκίσει να μην τις εξιστορώ σε κανέναν. Αλλά είναι κρίμα, πολύ κρίμα να στριμώχνονται τέτοιες ιστορίες σε κλουβί. Για αυτό θα σας διαβάσω την τελευταία..
«Αγαπητέ Νίκο,
Αυτή η παλιά γνωριμία μας, ξέρω ότι πολλοί θα την αξιολογήσουν σαν πρόχειρη και επιπόλαιη αλλά θέλω να ξέρεις εκείνη η ολιγοήμερη επίσκεψη στο κάστρο σου τότε, μου έδωσε την χαρά να σε νιώσω δικό μου άνθρωπο. Εξάλλου, πρέπει να σου ομολογήσω ότι αισθάνομαι ντροπή που τα τελευταία χρόνια σε ενοχλώ με τις επιστολές μου και δε ευκαιρώ να σε επισκεφτώ για να απολαύσω την όμορφη φιλοξενία σου, να δροσίσω τα χείλια μου, με τα σπάνια κρασιά από εκείνη την πολύτιμη κάβα που με τόση φροντίδα ταξινομείς και επιβλέπεις στο υπόγεια σου. Υπόσχομαι όμως ότι μια μέρα.. πόσο ποταπή είναι μια υπόσχεση όμως από ένα γερό ξεκούτη που γράφει επιστολές; .. Θα με συγχωρέσεις άραγε ποτές σου;
»Πριν από ένα μήνα, πήρα το τραίνο από το Portsmouth της Αγγλίας για το Τζιμπουτί, είχα κοιτάξει καλά τον χάρτη και ήξερα ότι τα μίλια έβγαιναν 387. Με μια άνετη αξιολόγηση της ταχύτητας του τραίνου, ήμουν σίγουρος ότι σε δεκαπέντε ημέρες θα φτάναμε στο σταθμό του Τζιμπουτί, αφού θα περνούσαμε το Gof bay, τις Σαρακήνες θα μπαίναμε στο Σουέζ με τελικό προορισμό την γη των «αγνών αράπηδων» όπως καλούσε η μνήμη μου τον γέρο Τζάμει να τους λέει. Δεν έχει σημασία. Μέσα στο βαγόνι, βρίσκονταν λίγοι άνθρωποι, οι περισσότεροι ταξιδιώτες, από αυτούς που συχνά βρίσκεις μέσα σε ένα τρένο. Λίγο κάτω από την Ισπανία και αφού είχαμε δειπνήσει στο εστιατόριο καραμελωμένο αγριόχοιρο, με σάλτσα βδέλλας, περιτριγυρισμένο από γνήσια Μελλισιώτικα Μαρούλια DasKApitaL, επιστρέψαμε όλοι οι επιβάτες στις κουκέτες μας γνωρίζοντας καλά ότι το ταξίδι θα κρατούσε για πολύ ακόμη. Μαζί με εμένα, στην ίδια κουκέτα, έμενε και ένας γέρος ναυτικός με ένα ξύλινο πόδι. Με ευγενική ψυχή, όπως αντιλήφθηκα πολύ γρήγορα. Αφού ξεβίδωσε το ξύλινο πόδι και το ακούμπησε έξω από την πόρτα μας (το Σανταλόξυλο βγάζει μια περίεργη μυρουδιά τις νύχτες, όπως μου εξομολογήθηκε) έβγαλε από την τσάντα του ένα βιβλίο, το πρωτότυπο της Αλίκης στην Χώρα των Θαυμάτων. Δοκίμασα να κρυφοκοιτάξω, όταν με είδε κάτω από τα πυκνά γένια του. Αυτό μου λέει, είναι σπάνιο βιβλίο. Το βρήκα στην θάλασσα να περιπλανιέται μέσα σε μια φουσκωτή κατασκευή με ένα κατάρτι να αιωρείται σαν σημαία. Το μάζεψα, και από τότε το διαβάζω. Όποτε αλλάζω σελίδα, η γη γυρίζει πιο γρήγορα. Όταν βάζω σελιδοδείκτη και το κλείνω, η γη σταθερά χάνει ρυθμούς ώσπου στο τέλος καταντάει σαν ακίνητη ιτιά. Αποκλείεται! Τέτοιο ψέμα δεν το έχω ξανακούσει! Ο ναυτικός επέμενε όμως και τα περίεργα μάτια μου δεν άντεξαν να μην δοκιμάσουν. Άνοιξα την πρώτη σελίδα, την διάβασα και έπειτα άλλαξα σελίδα να πάω στην πάνω παράγραφο. Δίπλα μου, το σκοτάδι παραδόθηκε σε ζεστές ακτίνες, άλλαξα ξανά σελίδα και είδα τα παράλια της Σαρακήνας, γύριζα-γύριζα και ο ναυτικός εμπρός μου γερνούσε απότομα, τρόμαξα, είδα το δέρμα μου που τσίτωνε από σημάδια ηλικίας ! Το έκλεισα απότομα. Ήμασταν έξω από το σταθμό του Τσιμπουτί, σταματημένοι και ακίνητοι… δεν έχω κουράγιο να συνεχίσω την διήγηση. Καταλαβαίνεις καλέ μου φίλε, ότι με το βιβλίο κλειστό την επιστολή αυτή για να την γράψω έκανα έξι μήνες, για να την ταχυδρομήσω τρεις μέρες και για να φτάσει σε εσένα αρκετούς μήνες. Αν ταξιδέψεις ποτέ προς την Αφρική, έλα να με πάρεις. Τρομάζω και μόνο στην ιδέα ότι μπορεί να αλλάξω σελίδα.»
Εδώ κόβεται η επιστολή … 

Δεν υπάρχουν σχόλια: