Η ζωή κάτι κύκλους κάνει, και σε κάθε γυροβολιά σε εκσφενδονίζει στην επόμενη πίστα δίχως κράνος, ανάσα και προειδοποίηση. Οι άνθρωποι έρχονται, φεύγουν και εσύ στο κέντρο όλων φροντίζεις- κοιτάς και αφομοιώνεις συναισθήματα , εικόνες μνήμες και πόνο. Ένα ατελείωτο πανηγύρι με σιωπηλούς οργανοπαίχτες και μεθυσμένους χορευτές σε μια πίστα που αλλάζει συνέχεια σχήμα και χρώμα.
Κάποιες φορές πιστεύεις ότι δεν χορεύεις, μετά καταλαβαίνεις ότι σε απατά το ποτό που έχεις πιει και κάποιες άλλες ότι έχεις ξεφύγει/ φύγει από την βαβούρα μέσα σου.
Κι όμως τίποτα από όλα αυτά που αλλάζουν διαρκώς, δεν έχει αλλάξει.
Κάτι
δικά μου μουρμουράω, για τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια που έχω ζήσει.
Είναι ίσως το momentum της ψευδαίσθησης ότι ακόμη δεν χορεύω ή δεν
πίνω.
-
Στην κηδεία της Ελένης ήταν πολύς κόσμος. Όλοι την ξέρανε σαν δασκάλα και γυναίκα του υπέροχου Παύλου. Τα παιδιά της φρόντισαν να κάνουν ένα μεγάλο τραπέζι προς τιμή της.