Σελίδες

18/10/08

Η Λογική



Αλαζονεία | Εγωισμός, | Λογική

Κείμενο 3

Σηκώθηκε από την καρέκλα του και πλησίασε το κάδρο. Γύρισε το κεφάλι του δεξιά και μετά σιγά προς τα αριστερά. Υπήρχε όντως μια κλίση στο κάδρο. Με το αριστερό του χέρι ίσιωσε το κάδρο ώσπου το έφερε στην ευθεία των ματιών του. Έσκυψε από πίσω να εξετάσει το καρφί και μετά το σύρμα που κράταγε το κάδρο. Καμία ανωμαλία.

Γιατί ήταν στραβό δεν κατάλαβε, αλλά το θεώρησε αξιοπερίεργο. Τα κάδρα πρέπει να είναι ίσια. Όπως και όλος μας ο κόσμος. Δεν είναι δυνατόν να είναι στραβό ένα κάδρο. Και το πιο σημαντικό, αν δεν το ισιώσεις μόλις το δεις σίγουρα και κάτι άλλο σημαντικό στην ζωή σου, απλά δεν θα το δεις. Αν αυτό το ασήμαντο πράγμα είναι στραβό μπροστά στα μάτια σου, τότε μπορεί και άλλα πιο σοβαρά να είναι στραβά.

Μπήκε στην κουζίνα και αφού πήρε το κανάτι από το πλυντήριο πιάτων, το τοποθέτησε με προσοχή μέσα στην καφετιέρα. Άνοιξε το καπάκι με σιγανές κινήσεις και αφού εξέτασε ότι η υποδοχή του φίλτρου ήταν καθαρή, χωρίς ίχνος ξεχασμένου καφέ στα τοιχώματα, έπιασε από το ντουλάπι πάνω από την κουζίνα τα φίλτρα. Τα φίλτρα ήταν μάρκας όπως και η καφετιέρα εξάλλου. Άνοιξε το ψυγείο να βγάλει το βαζάκι με τον καφέ και τι είδε !

Δύο σοκολάτες ήταν πρόχειρα τοποθετημένες στο πάνω ράφι του ψυγείου. Αφού όλοι ξέρουν ότι οι σοκολάτες μπαίνουν στο ντουλαπάκι πάνω στην πόρτα. Υπάρχει ειδική θήκη για σοκολάτες κάτω από την θήκη για τα σιρόπια. Αν είναι δυνατόν να έχει κάνει τέτοια παράλειψη. Με θυμό πήρε τις σοκολάτες και τις έβαλε στην θέση τους.

Έβαλε δύο κουταλιές καφέ, και ακριβώς δύο φλιτζάνια νερό. Η καφετιέρα άρχισε να κοχλάζει και σε λίγα λεπτά ο καφές ήταν έτοιμος. Άνοιξε πάλι το πλυντήριο πιάτων και έπιασε από την μέσα θέση – εκεί που μπαίνουν οι κούπες – μια ολοστρόγγυλη με μια χριστουγεννιάτικη ζωγραφιά από έξω. Έβγαλε την κανάτα με τον καφέ και γέμισε την κούπα μέχρι το χείλος. Μια σταγόνα καφέ, που ξεγλίστρησε σαν κλέφτης από το παράθυρο, έσταξε πάνω στην φορμάικα της κουζίνας. Σταμάτησε την διαδικασία κατασκευής του καφέ και έπιασε ένα vetex κίτρινο. Τα μπλε δεν είναι τα σωστά vetex όπως επίσης και μια πετσέτα δεν είναι σωστό να την χρησιμοποιούμε σε τέτοιες περιπτώσεις. Καθάρισε τον δραπέτη καφέ από την φορμάικα και με ένα φύλο χαρτί κουζίνας στέγνωσε τα νερά του vetex.

Πλέον μπορούσε να πιεί τον καφέ του. Κάθισε στην καρέκλα της κουζίνας και αγνάντευε την θέα του παραθύρου απέναντί του. Ποια θέα ; μια πολυκατοικία έβλεπε όπου στον πρώτο όροφο ήταν απλωμένα κάποια ρούχα και στο τοίχο του μπαλκονιού ήταν κρεμασμένη μια σφουγγαρίστρα πάνω από έναν κουβά. Το μπαλκόνι ήταν μικρό αλλά για μπαλκόνι κουζίνας μάλλον ήταν αρκετό.

Με τα μάτια του εξέτασε τις λεπτομέρειες της εικόνας που είχε μπροστά του. Τρία σχοινιά ήταν δεμένα από άκρη σε άκρη στο μπαλκόνι και πάνω σε αυτό με μανταλάκια πιασμένα κάποια ρούχα. Κοίταξε καλύτερα και στα χείλη του ζωγραφίστηκε ένα ειρωνικό χαμόγελο.
Πρώτον τα μανταλάκια δεν ήταν ιδίου χρώματος. Δεν μπορείς να βάζεις τα μπλε με τα κίτρινα ανακατεμένα!. Δεν είναι όμορφο και δεν είναι πρακτικό. Και το ποιο σημαντικό τα ρούχα δεν είχαν κανένα κανόνα απλώματος. Ήταν όλα ανακατεμένα και απλωμένα βιαστικά.

Αυτές οι νέες νοικοκυρές πλέον δεν έχουν ιδέα από τάξη και νοικοκυριό. Σκέφτηκε από μέσα του.
«Αν κυρία μου δεν τα απλώσεις με τάξη θα χάσεις χρόνο μετά να τα ταξινομήσεις! Μα καλά τίποτα δεν σκέφτονται. Κανονικά βάζεις τις κάλτσες και τα σώβρακα – που έχουνε μικρό βάρος – στην τελευταία σειρά. Αριστερά τα σώβρακα με μανταλάκια χρώματος μπλε και δεξιά τις κάλτσες με μανταλάκια χρώματος άσπρο. Στην δεύτερη σειρά βάζεις πουκάμισα και παντελόνια – καλά τεντωμένα – με μανταλάκια χρώματος μπλε κατά προτίμηση. Τέλος στην πρώτη σειρά βάζεις τα πιο βαριά δηλαδή τα σεντόνια και ότι άλλο. Εκεί χρησιμοποιείς μανταλάκια εντελώς διαφορετικού χρώματος – π.χ. κίτρινα - . Η διαφοροποίηση του χρώματος ανά κατηγορία βοηθάει πρώτιστα στην τάξη και φυσικά στην χρωματική αρμονία του μπαλκονιού. Με αυτές τις απλές οδηγίες η συλλογή των ρούχων και το σιδέρωμα μετά θα είναι παιχνιδάκι. Εφόσον θα βγούνε τα ρούχα από την απλώστρα στη σειρά, τότε και το σίδερο θα έχει μια τάξη. Πρώτα θα σιδερωθούν τα σώβρακα μετά τα πουκάμισα και τέλος τα σεντόνια.
Έχοντας άνω κάτω την απλώστρα, το πιο πιθανό είναι είτε να χάσεις χρόνο να τα ταξινομήσεις μετά – που κανείς δεν έχει την διάθεση να το κάνει – ή να αρχίσεις να σιδερώνεις ότι βρεις. Πρώτα ένα σώβρακο μετά ένα σεντόνι και κάπου στο τέλος ένα πουκάμισο. Την άλλη μέρα θα θες να ντυθείς και θα ψάχνεις για παντελόνι και δεν θα βρίσκεις απλά γιατί δεν έφτασε η σειρά του στην χαοτική στοίβα των ασιδέρωτων.

"Αχ… σας χρειάζεται ένας άντρας με μαστίγιο…»

Κούνησε το κεφάλι του απογοητευμένα και κίνησε στο δωμάτιο να ντυθεί.
Άνοιξε την ντουλάπα, και προσεκτικά εξέτασε τα κουστούμια που είχε στην διάθεση του να φορέσει. Από αριστερά έως δεξιά υπήρχανε κουστούμια μπλε. Ανά πεντάδες τα κουστούμια ήταν ολόιδια. Δεν υπήρχε λογική, να αγοράσει διαφορετικά κουστούμια από την στιγμή που δοκίμασε ένα και του έκανε. Απλά αγόραζε άλλα τέσσερα ίδια. Αυτό επίσης βοηθάει και στην επιλογή του ρουχισμού καθημερινά.

Πήρε ένα από αυτά και το ακούμπησε στο καλοστρωμένο του κρεβάτι. Μπήκε στο μπάνιο και αφού ξυρίστηκε με ξυραφάκια συγκεκριμένης μάρκας, κοίταξε προσεκτικά το εαυτό του στον καθρέπτη. Δεν ήταν άσχημος, το κάθε άλλο. Χωρίς να είναι κούκλος το πρόσωπο του έδειχνε αρκετά συμπαθητικό. Τα καλά στρωμένα μαλλιά του και η μάλλον πλακουτσωτή του μύτη έδενε αρκετά με το μακρύ πηγούνι του. Έφερνε το πρόσωπο του στης μάνας του, και αυτή ήταν πολύ όμορφη γυναίκα με αρκετές επιτυχίες στα νιάτα της.

Σταμάτησε τις σκέψεις του και πήγε να ντυθεί. Ο δείκτης του ρολογιού του στον αριστερό του καρπό σερνόταν αργά προς το νούμερο 7 και οι λεπτοδείκτες σαν να έκαναν κάποιο συναγωνισμό έδειχναν ότι η ώρα πλησίαζε και ακριβώς. Έπρεπε 7.14 να είναι στο αμάξι έτσι ώστε να προλάβει να περάσει από την δουλειά της αδελφής του να αφήσει κάτι χαρτιά και ευελπιστούσε να μην καθυστερήσει πολύ και αργήσει στην δουλειά. Ήταν και η κίνηση στους δρόμους που έπρεπε για άλλη μία φορά να ανεχτεί.

**

Με τον θεό οι σχέσεις του ήταν άριστες. Τουλάχιστον έτσι ισχυριζόταν ο ίδιος. Μπορεί στην εκκλησία να πήγαινε μόνο σε μεγάλες εορτές (Χριστούγεννα, Πάσχα κλπ) αλλά στο πρόσωπο του θεού είχε ένα σεβασμό.
Η βρισιά του θυρωρού στον άγνωστο συνομιλητή του στο τηλέφωνο, τον έκανε να φουντώσει.
«Παναγή. Δεν σού έχω πει να μην βρίζεις τα θεία ;»
“Άσε με ρε κάτω, μου έχουν ζαλίσει τον έρωτα με αυτές τις πιστωτικές. Θες δεν θες βρίζεις. Καλά άλλη δουλειά δεν έχουν να κάνουν οι τράπεζες, χαρίζουν δάνεια σαν τρελοί. Δεν πάνε να γα…»
«Παναγή. Ο τρόπος που φέρεσαι όχι απλώς δεν είναι κόσμιος, αλλά μόνο ένα άτομο χαμηλής κοινωνικής στάθμης θα μπορούσε εκφραστεί σαν και σένα. Και τα θεία δεν θα έπρεπε να τα βρίζεις. Ο Θεός είναι παντού και μας παρακολουθεί. .»
«Σιγά μην είναι ο Big Brother. Δεν μας αφήνεις στην ησυχία μας ..»
Έπιασε τον χαρτοφύλακα πιο σφικτά και δείχνοντας την δυσαρέσκεια του πλησίασε το ασανσέρ. Άλλοι δύο άντρες περίμεναν εκεί και από τα κουστούμια τους τα μαύρα το μόνο που μπορούσε κανείς να υποθέσει ήταν ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν μάλλον πωλητές από κάποια εταιρία. Συνομιλούσαν μεταξύ τους σχετικά δυνατά περιμένοντας το λαμπάκι στο ασανσέρ να εμφανίσει την ένδειξη ισόγειο.

Ξάφνου χτύπησε το κινητό του ενός και πλησίασε την κεντρική είσοδο για να έχει καλύτερο σήμα. Ο άλλος σαν να ήταν δορυφόρος του πρώτου, απομακρύνθηκε και αυτός από το ασανσέρ.

Ένας μεταλλικός ήχος και η φωτεινή ένδειξη στο καντράν του ασανσέρ επισήμαναν ότι ο κλωβός βρισκόταν στο ισόγειο. Οι πόρτες άνοιξαν και μια κυρία καλοντυμένη αγκαλιά με μια τσάντα κορκοδιλέ ξεπρόβαλε από μέσα. Έντονη μυρουδιά Σανέλ απλώθηκε σε ακτίνα ενός μέτρου, και με μία αεράτη κίνηση βγήκε από μέσα.

Για λίγο παρατήρησε την φιγούρα της γυναίκας να απομακρύνεται σαν το τελευταίο αυτοκράτορα του Μπερτολούτσι. Μόλις ο πολυσύχναστος δρόμος κατάπιε και την τελευταία φιγούρα της κυρίας με το άρωμα Σανέλ, ο κύριος Πολυδεύκης μπήκε στο ασανσέρ και στριμώχτηκε στην μία γωνία του κλωβού.

Οι δύο άντρες μόλις αντιληφθήκανε ότι το ασανσέρ ήταν στο ισόγειο και ένας άντρας βρισκόταν ήδη μέσα, έβαλαν μία τρεχάλα να μπουν μέσα πριν κλείσουν οι πόρτες.
Ο Κύριος Πολυδεύκης είχε πατήσει το κουμπί πάνω στο οποίο ζωγραφιζόταν ο αριθμός 5. Οι δύο άντρες πάτησαν με την σειρά τους το κουμπί με το νούμερο 6 και στάθηκαν κοντά στην είσοδο του ασανσέρ, κουβεντιάζοντας φωναχτά για κάποιον κύριο Πολύδωρα – μάλλον προϊστάμενο τους.
«Εφόσον θα κατέβετε στον έκτο δεν είναι πιο λογικό να κάτσετε πίσω, και εγώ να έρθω μπροστά;» Ρώτησε με διστακτική ευγένεια ο κύριος Πολυδεύκης.

«Έχει σημασία που θα κάτσουμε ή πιστεύετε κύριε ότι δεν θα σας αφήσουμε να βγείτε ;” είπε ο ένας από τους δύο με την ελιά στο πρόσωπο, προσπαθώντας να γελοιοποιήσει την παρατήρηση του κύριου με το μπλε κουστούμι.
«Φυσικά και θα με αφήσετε να βγω, απλά σε ορισμένα πράγματα αντιδρούμε με ενστικτώδες παρορμήσεις, κάτι που στο τέλος μας αφαιρεί πολύτιμο χρόνο από την ζωή μας. Πόσες φορές δεν έχουμε πεί ‘αχ να ‘χε η μέρα 48 ώρες:’ γιατί νομίζετε ότι συμβαίνει αυτό ; και εξηγώ ευθύς γιατί απλά χάνουμε πολύτιμο χρόνο σε απλά πράγματα, με αποτέλεσμα να μην μας μένει πολύς χρόνος για τα σημαντικά και τελικά αναγκαστικά τα κάνουμε πρόχειρα και κατά συνέπεια ατελή. Θα μου πείτε τώρα, με τρία άτομα στο ασανσέρ τι χρόνο μπορεί να χάσει κανείς ; Εάν ήταν μέσα στο ασανσέρ 10-12 άτομα τότε και μόνο τότε, λόγω συνωστισμού θα χάναμε χρόνο. Ενώ τώρα δεν χάνουμε δα και τίποτα. "

"Λάθος και πάλι κύριοι." Αν τα τρία άτομα δεν είναι εφικτό να οργανωθούν χωροταξικά μέσα σε ένα χώρο 2 τετραγωνικών, πως θα μπορέσουν δώδεκα άτομα ή ακόμα χειρότερα πως θα μπορέσουν πολλοί άνθρωποι να κάτσουν γρήγορα μέσα σε ένα στάδιο. Φαντάζεστε σε ένα στάδιο να μην υπήρχαν θέσεις και αριθμημένες πτέρυγες; Θα τελείωνε το ματς και ακόμα θα προσπαθούσαν να κάτσουν οι άνθρωποι.
Έτσι λοιπόν και εδώ είναι προτιμότερο να κάτσετε εσείς πίσω, για να βγω εγώ πρώτος..»

Οι δύο άντρες έμειναν σαστισμένοι, και κοιτάζανε τον κύριο με τον μπλε κουστούμι, μην έχοντας λόγια να αντιδράσουνε. Ενστικτωδώς κάνανε πίσω και άφησαν το κύριο Πολυδεύκη να κάτσει μπροστά. Ο ήχος ο μεταλλικός , και η ένδειξη του ορόφου, έβγαλαν έξω από το ασανσέρ τον κύριο Πολυδεύκη αφήνοντας μέσα στο κλωβό δύο σαστισμένους νέους με μαύρα σακάκια.

4 σχόλια:

Φαίδρα Φις είπε...

Νίκο,
λες να γίνει έτσι κάποια μέρα?
να χάσουμε το δάσος ενώ βηματίζουμε μέσα του?
με φοβίζει κάτι τέτοιο
αν και ό,τι έγραψες κλίνει περισσότερο σε μια μονομανιακή,υποχονδριακή και εμμονοληπτική κατάσταση...

εύστοχο πάντως αν και ακραίο

καλημέρα
φιλιά

nkarakasis είπε...

Υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι, δεν είναι αποκύημα της φαντασίας μου.
Ο ορθολογισμός, η ακράτητη παρατηρητικότητα και καλά το είπες μονομονιακή, υποχονδριακή σκέψη δεν υπάρχει δίπλα μας; Φυσικά είναι ακραίο αλλά έτσι τονίζεται η άποψη.
Η υπερβολική παστερίωση καθαριότητας σε κάποια σπίτια, η μανία να είναι όλα εν' τάξη, η έλλειψη αυθορμητισμού ; δεν είναι σημάδια ;
Όπως και να έχει, σκοπός του κειμένου ήταν να νευριάσεις με την λογική, φυσικά στην ακραία της μορφή και μάλλον το κατάφερα.. χε χε !

Δεν είναι κακός άνθρωπος, όμως. Δεν μπορείς να σιχαθείς κάποιον επειδή οι καταστάσεις, το επάγγελμα του, η έλλειψη προσωπικής ζωής και πολλά άλλα τον έχουν κάνει αυτό που είναι .. Για όλα υπάρχει μια αιτία.

ουαααου ! το διάβασες όλο! τι να πω ! thanks!
ΥΣ. Η πολύ συζήτηση για την νευροκορδονίαση μου έφερε ψύξη στον λαιμό και έχω κάτσει σαν την μούμια! Αν θες μην γράψεις italics (αλήθεια γιατί τα λένε ιταλικά τα πλάγια γράμματα; άσχετο) γιατί πονάωω, σαν στρίβω.... Άσε που δεν πήγα στην δουλειά και μου κακοφαίνεται !!!

many smouts !

Φαίδρα Φις είπε...

Δεν με εκνεύρισε,μάλλον με στεναχώρησε.
Και λίγο με απογοήτευσε.Ασφαλώς συμβαίνει,δεν το αμφισβήτησα.Ούτε και τον αντιπάθησα.Αντίθετα μου είναι συμπαθής ως χαρακτήρας.
Τι εννοείς να μη γράφω italics?Έγραψα ποτέ?
Τώρα θα το κάνω!
Αστειεύομαι...Αλήθεια έπαθες ψύξη?
Περαστικά και ταχύτατα.

Φιλιά κι από μένα.

nkarakasis είπε...

Η μούμια της διαδικτυακής γειτονιάς σας, σας ευχαριστεί ..