Σελίδες

28/1/09

Η εφεύρεση..

Πάντα με ταλάνιζε αυτή η απορία. Τι είναι αυτό που μετατρέπει τους ανθρώπους σε εφευρετικούς; Θέλω να πω, δεν αρκούν οι γνώσεις, χρειάζεται και κάτι παραπάνω. Παράδειγμα ο αδελφός μου, ένας νέος ψηλός με πλούσιο σγουρό μαλλί και μάτι τέτοιο, που λες ότι φτιάχτηκε για να αποκρυπτογραφήσει τον κόσμο. Από μικρός εκεί μέσα στα κατσαβίδια και στα χαρτιά. Εμείς διαβάζαμε λογοτεχνία, αυτός εγχειρίδια οδηγιών για μηχανήματα, φυσική, χημεία. Ζούσε σε ένα κόσμο εφευρέσεων. Όχι, βέβαια ότι αυτό δεν μας βόλευε, το κάθε άλλο. Ποιός θα έφτιαχνε το καζανάκι σαν χάλαγε; Ποιός θα επιδιόρθωνε τον θερμοσίφωνα; Εμείς; Με τίποτα.

Σε ηλικία δέκα χρονών έφτιαξε την πρώτη του εφεύρεση. Δεν μπορώ να ορκιστώ ότι κατάλαβα τι έκανε εκείνη η εφεύρεση, αλλά θυμάμαι ότι έδειξα μεγάλη χαρά σαν την είδα. Αν έβλεπε κανείς το στρογγυλό προσωπάκι του, πίσω από τα γυαλιά με το μεταλλικό σκελετό, δεν θα μπορούσε να μην τον χειροκροτήσει. Είχε μια τέτοια χαρά ζωγραφισμένη πάνω του..

Τελείωσε το σχολείο και όπως ήταν επόμενο, συνέχισε σπουδές πάνω στην μηχανολογία και αργότερα πήρε και ένα μεταπτυχιακό στους υπολογιστές. Δεν άργησε να βρει δουλειά στο αντικείμενο του, αλλά παρόλο τον χρόνο που του έτρωγε η βιοποριστική εργασία χάριζε αρκετό από τον ελεύθερο του χρόνο σε προσωπικές «εφευρέσεις». Είχε νοικιάσει μάλιστα ένα σπίτι μικρό με μεγάλο γκαράζ, όπου εκεί μέσα είχε απλώσει το «βιός του». Κατσαβίδια, βιβλία και παράξενα όργανα δηλαδή. Πουκάμισα, σακάκια και γενικώς πράγματα που συνηθίζουμε εμείς να έχουμε στα σπίτια μας, για τον αδελφό μου ήταν είδη πολυτελείας και μάλιστα τα χαρακτήριζε «βαρετά» αντικείμενα...

Πάει ένας μήνας που μου χτύπησε το κουδούνι. Από το κουδούνισμα κατάλαβα ότι ήταν αυτός, το χτύπαγε με μια μανία λες και θα το ξεζουμίσει. Όταν άνοιξα την πόρτα και είδα το χαμόγελο του, πλέον ήμουν σίγουρος ότι θα παρακολουθούσα μια καινούργια διάλεξη περί μια νέας εφεύρεσης. Δεν έσφαλα. Άνοιξε μια σακούλα και έβγαλε από μέσα ένα μικρό κουτί. Το έβαλε στην πρίζα και χαμογελώντας περήφανα μου είπε.

- Ορίστε, το θαύμα της επιστήμης!
- Τι ακριβώς κάνει η τοστιέρα που έφερες; Ρώτησα εγώ αφελέστατα.
- Τοστιέρα! Μιλάμε για την μεγαλύτερη εφεύρεση που μπορεί ποτέ να κατασκευαστεί από άνθρωπο!

Τον κοίταξα με μάτια αγελάδας. Σχεδόν ηλίθια.

- Σταμάτα να με κοιτάς έτσι και κάτσε να ακούσεις! Μου είπε με αυστηρότητα, όπως θα μιλούσες σε ένα πεκινουά που είναι έτοιμο να κατουρήσει τον καναπέ.
- Αυτή η εφεύρεση, διώχνει .. την λύπη!
Άρχισα να γελάω ασταμάτητα.. Τι γελάς με παρατήρησε πάλι αυστηρά.
- Δεν είναι λυπηρό που κατασκευάστηκε τέτοιο μηχάνημα; Είπα και με το ζόρι κρατούσα τα γέλια μου..
- Καλά, αηδίες! Εγώ σου μιλάω σοβαρά και εσύ κοροϊδεύεις. Θα στο αφήσω λίγες μέρες εδώ και θα δεις ότι δουλεύει...
- Καλά, άφησε το, πάει και το χρώμα του με το χαλί. Σου υπόσχομαι να το αφήσω στην πρίζα και θα σου πω αν δουλεύει..
- Ωραία! Να με πάρεις τηλέφωνο για το οτιδήποτε! Ακούς! Αν δεις τίποτα περίεργο να με πάρεις αμέσως τηλέφωνο !
- Καλά, καλά, του απάντησα συναινετικά...

Την υπόλοιπη μέρα μου την σπατάλησα να διαβάζω ένα βιβλίο, ένα κλασσικό βιβλίο που για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο τόσα χρόνια είχα αποφύγει να ασχοληθώ μαζί του. Το είχα ξεκινήσει από τη προηγούμενη και ομολογώ ότι είχα δεθεί με την δραματική ιστορία του. Οι σελίδες προχωράγανε, η μάνα - ήρωας του βιβλίου- σκότωσε τα παιδιά της, την κυνήγαγε ο άντρας της... αν και αντιλαμβανόμουνα το δραματικό θέμα του βιβλίου καμία λύπηση, καμιά αίσθηση δράματος δεν ένιωθα. Για την ακρίβεια, στο αποκορύφωμα της υπόθεσης, εκεί που θεωρητικά θα έπρεπε να δακρύσω, εγώ γελούσα ασταμάτητα! Το άφησα στην άκρη, ήταν φανερό ότι δεν ήμουνα σε κατάσταση να το διαβάσω.

Κοίταξα το ρολόι. Πέντε το απόγευμα. Δεν πείναγα. Έκανα να σηκωθώ να βάλω φαγητό αλλά καμία διάθεση για φαγητό δεν είχα. Ξαναέβαλα προσεκτικά το φαγητό στο ψυγείο και απλώθηκα στον καναπέ να δω τηλεόραση. Πατούσα τα κανάλια συνεχώς μήπως και πέσω σε καμιά ταινία. Τελικά βρήκα μια κωμωδία, με τίτλο Το τελευταίο αντίο με τον Ξανθόπουλο. Ήταν ξεκαρδιστική ταινία.. Σε κάποια στιγμή μάλιστα, το κανάλι έκανε μια διακοπή στην ταινία για να δείξει κάποιο έκτακτο δελτίο. Ένας χαμογελαστός βουτυρομπεμπές ντυμένος στην τρίχα άρχισε να αναγγέλλει με τρομερή διάθεση, ότι οι Ισραηλινοί βομβάρδισαν πέντε σχολεία στην Παλαιστίνη. Ο παρουσιαστής γελούσε σαν το έλεγε, εγώ χαμογελούσα ευχάριστα σαν το άκουγα. Ζοομ πλάνο και δείχνει ένα δημοσιογράφο να παίρνει συνέντευξη από έναν χαμογελαστό Παλαιστίνιο.

- Μπορείτε να μας πείτε πώς νιώθετε για τον σημερινό βομβαρδισμό; ρώτησε ο δημοσιογράφος με περιπαιχτική διάθεση τον κουρελιασμένο, μελαμψό άνδρα..
- Α...! έκτακτα! Σήμερα χάσαμε γύρω στα πενήντα με εξήντα παιδιά, αν είμαστε τυχεροί θα πέσει και καμιά οβίδα πάνω μας τώρα που μιλάμε..
- Που τέτοια τύχη, μονολόγησε ο δημοσιογράφος και ξαναρώτησε.
- Οι σχέσεις σας με τους Ισραηλινούς; Θα σας αφήσουν ποτέ να αποκτήσετε δικό σας κράτος;
- Τι λέτε τώρα; Τι να το κάνουμε; Σκοπός είναι να μαλώνουμε. Περνάει η ώρα ευχάριστα.. Καταπληκτικά παιδιά οι Ισραηλινοί..!
Ο δημοσιογράφος είχε τρελαθεί στο γέλιο, το ίδιο κάτι Παλαιστίνιοι στο βάθος της κάμερας. Για το μεγαλόπρεπο κανάλι, Μ. Δημοσιογραφάκος.. είπε και έκλεισε το έκτακτο.

Μία ώρα μετά, τελείωσε και η ταινία που με άφησε με μια τρομερή διάθεση.. Θα με πήρε ο ύπνος φαίνεται γιατί ξύπνησα αργά την νύχτα. Ακόμα δεν πείναγα..
Περάσανε μέρες, μπορεί και μισός μήνας και εγώ ακόμα δεν είχα φάει. Δεν ένιωθα ότι πείναγα.. Τα χέρια μου είχανε σκελετωθεί, το στομάχι μου είχε κολλήσει στην πλάτη, στην δουλειά δεν πήγαινα. Τους είχα τηλεφωνήσει ότι δεν θέλω να πάω, δεν έχω καμία διάθεση, ούτε ανάγκη. Βγήκε το αφεντικό στο τηλέφωνο και με ένα γέλιο μου απάντησε ότι καλά κάνω και έτσι πρέπει να κάνουν όλοι. Μάλιστα και ο ίδιος δεν θα ξαναπάταγε εκεί ..

Χτύπησε το τηλέφωνο με δύναμη. Ήταν ο αδελφός μου μέσα στην καλή χαρά.
- Τι χαρούμενα νέα έχεις;
- Αυτό είναι το θέμα, μόνο χαρούμενα νέα έχω... δεν μου λες την συσκευή που σου είχα δώσει την έχεις ακόμα στην πρίζα ε;
- Α! Ναι, την είχα ξεχάσει. Δεν νομίζω ότι δουλεύει ...
- Σε παρακαλώ βγάλε την από την πρίζα.. στάσου! Έχεις φάει καθόλου όλο αυτόν τον καιρό;
- Όχι, δεν πεινάω..
- Πήγαινε πάρε φαγητό, βάλτο στο τραπέζι .. τράβα την συσκευή από την πρίζα και κάτσε να φας. Αργότερα τηλεφώνησε μου...

Οποιοσδήποτε πόνος είναι λυπηρός, μου εξήγησε αργότερα ο αδελφός μου. Εγώ ήμουνα στο νοσοκομείο ξαπλωμένος, καρφιτσωμένος με ορούς στις φλέβες μου. Η συσκευή μου πήρε την λύπη, συνεπώς τον πόνο της πείνας, τον πόνο του φόβου, τον οποιαδήποτε πόνο που μπορεί να καταλήξει σε λύπη. Ακόμα και ο πόλεμος είναι λύπη και αν δεν τον αισθανόμαστε έτσι, αλλά τον περιλούζουμε με χαρά, τίποτα δεν μπορεί να τον κάνει να σταματήσει...
**
Γιατί ο Θεός μας έδωσε τον πόνο, την θλίψη; Με ρώτησε ύστερα από χρόνια ο γιός μου.
Μιαν άλλη φορά θα σου απαντήσω, τώρα έχω να γράψω μιαν άλλη ιστορία..

ΚΑΡΑΚΑΣΗΣ ΝΙΚΟΣ (c) 2009

7 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ συμβολικό κειμένο, ωραία γραμμένο, με διάθεση χιούμορ, αλλά παρόλα αυτά λέει αυτά που θέλει να πει. Πού μου άρεσε. Να προσέχεις τον αδελφό σου και τις εφευρέσεις του .....

pinelopi

nkarakasis είπε...

pinelopi: Αυτός ο αδελφός μου αχ...!!
ευχαριστώ,

Ανώνυμος είπε...

Πάλι διέπρεψε ο δαίμων του τυπογραφείου. Διόρθωση στο προηγούμενο σχόλιό μου : "διάθεση χιουμοριστική" και όχι "διάθεση χιούμορ".

pinelopi

Ανώνυμος είπε...

Υπέροχο .-

nkarakasis είπε...

fog ::) thanks

Ανώνυμος είπε...

...Νικόλα, βρίσκεις τρόπο να ''τσιγκλάς'' μυαλά...

nkarakasis είπε...

τσσ! καθήκον μου,
να 'σαι καλά.