φώτο Ν.Κ.
Νωρίς πρωί εξύπνησα,
μέσα στο μπάνιο μπήκα,
μα αν και το κορμί μου καθαρό,
είχα ψυχή βουτηγμένη, μελανή,
βαριά σαν πέτρα
στην λίμνη καθισμένη.
Και εκείνες οι ρυτίδες μου;
τις μάγεψε το κλάμα,
Πρέπει απόψε κ’ όλας
να βρω τρόπο να τις εξαφανίσω.
Το πρωινό μου ήταν λιτό,
φρούτα χυμός από πορτοκάλι,
βλέπεις, αν θα ‘πρεπε στην ζυγαριά
επάνω, να ανεβώ
τα ίδια τα γραμμάρια
πάλι σαν χθες, τα ίδια πρέπει να ‘ταν.
Ο Γιακουμής βλέπεις νοιάζεται,
με θέλει όπως με ξέρει,
νέα όμορφη και καλοπληρωμένη.
Αχ! Αυτός ο χρόνος σκέψεις δεν κοιτά,
χατίρια δεν ακούει..
Απ’ έξω ο ουρανός είναι μουντός,
με άσπρη σκόνη τα σύννεφα τριμμένα,
άραγε σήμερα τι διάφορο θα μου συμβεί,
τι να μου φέρνει η νύχτα;
Δεν στάθηκα άλλο, να χαζολογώ
ντύθηκα, ρούχα φόρεσα απλά,
κορμί να μην μαγεύει.
Πήρα την τσάντα την μπορντό,
αυτή με τα άστρα απέξω.
και την πόρτα έκλεισα,
στο άδειο σπιτικό μου,
άδειο από έπιπλα,
άδειο και από ανθρώπους.
Στο γυμναστήριο έφτασα
και ο διάδρομος με ρούφηξε,
τις σκέψεις μου τραβούσε.
Εικόνες από το χθες, πρόσωπα ιδρωμένα,
και λεκιασμένα χρώματα
μες στην ψυχή μου σκάλωσαν
την νιότη μου τραβούσαν.
Άραγε σήμερα ο Θεός,
ποιόν λίγδα ποιόν σατράπη,
ποιος την τύχη μου τη στραβή απόψε θα υφάνει ;
Μετά το γυμναστήριο,
βόλτα στο σουπερμάρκετ.
Χρόνος υπήρχε ακόμη εδώ,
οι τράπεζες μην κλείσουν.
Λόγια απλά καθημερινά,
αντάλλασσα,
την βρώμα του κορμιού μου,
κανείς τους δεν την πρόσεχε,
κανένας δεν την ξέρει.
Έτσι λοιπόν με χαιρετάν
κάθε πρωί στο μαγαζί
που τρόφιμα ψωνίζω.
Και ‘γω μες τους ανθρώπους
χάνομαι το πλήθος να με κρύψει.
Ώρα 12:00 ακριβώς όπως και κάθε μέρα,
ο άνθρωπος πίσω από το γκισέ,
τα χρήματα μετράει.
Και με το βλέμμα πονηρό απόδειξη εκδίδει.
- «Στο όνομα Θεοτοκάτου Μαίρη είπαμε, να μη το ξαναλέμε»
Χαμόγελο εισέπραξα, τα χρήματα επήρε,
- «Το όνομα του καταθέτη ξεχάσατε, εδώ το όνομα γράψτε..»
- «Ανώνυμα ,και πάλι όπως χθές.
Δεν θέλω να μάθει το όνομα κανείς, ούτε και συ ο ίδιος!.»
Ώρα 14.00 ακριβώς, τρέχω λαχανιασμένη
εκεί δίπλα στο στενό κάτω από τις πινακίδες.
Εκεί όπου εγώ δεν φαίνομαι,
τα πάντα όμως κοιτάω.
Παιδιά πολλά έξω από το σχολείο σα σχόλασε,
μεμιάς θαρρείς όλα τα δέντρα ανθήσαν!
Ακόμα και η μουριά καρπό φανέρωσε,
Το χαλί της φύσης φάνηκε,
να ξεπετιέται από τις ρωγμές,
σαν να ‘ταν δίχτυ το τσιμέντο.
Χαμόγελα παντού, γονείς,
τα καμάρια ασθμαίνοντας χαρούμενα,
κοιτούν, τα περιμένουν.
Νάτο και το βλαστάρι μου,
στον ώμο την τσάντα έχει!
Θαρρώ πολλά θα έμαθε
και στο σχολείο πρώτη μαθήτρια θα ‘ναι.
Ακούς; Έχει το αστέρι του ουρανού,
πάνω από την κεφαλή της,
και με νεραιδόσκονη μικρή την είχανε ποτίσει..
Μα τι λέω η ονειροπαρμένη; Κοίτα την!
Σωστή κοπέλα έγινε ,
μακάρι να γνωριζόμασταν,
αλλά και πάλι,
τι θα μπορούσα ποτέ εγώ να την διδάξω;
Κοίτα την! Τρέχει μπρος,
και τα μαλλιά ανεμίζουν
σαν χαίτη αλογίσια!
Την χάρη της Αρτέμιδος,
την ομορφιά της Αφροδίτης...
Θα θελα να ‘χα μια στιγμή,
αχ πόσο πολύ την ντρέπομαι!
Ούτε μπορώ να φανταστώ,
να με κοιτάει στα μάτια!
Φαινόταν πάντως μια χαρά,
τα μάγουλα της ροδουλά,
και από τα χείλι τα πλατιά,
θαρρώ μόνο λόγος καλός μπορούσε να ανθίσει!
Άραγε που να τρέχει;
Α ναι! Έτρεξε και κρύφτηκε στην αγκαλιά, του θείου ,
εκείνου που την πρόσεχε και όρκο ιερό είχε δώσει.
«Η μάνα σου σε άφησε και τώρα δεν σε θέλει.
Εγώ είμαι ο πατέρας σου, εσύ είσαι η ζωή μου.»
Λόγια μεγάλα, βροντερά στο σύμπαν είχε αστράψει.
Και έτσι μάνα η κόρη δεν εγνώριζε και τίποτα δεν ξέρει.
Και όλα τούτα τα λεφτά,
που καθημερινά μπαίνανε μες’ στους λογαριασμούς τους,
θαρρούν, θαύμα εγέννηκε.. χα!
Αλίμονο και στους δύο σας..
Μαζεύτηκα στην άκρη μου,
χώρο στον χρόνο έδωσα,
και σπίτι μου γυρνούσα.
Μόνη, όπως κάθε φορά,
τα λόγια μου θλιμμένα χόρευαν,
μέσα απο τα ζαρωμένα μάτια μου..
Βλέπεις, δεκαετία ολόκληρη, η ίδια ιστορία!
Κάποια στιγμή, διάβολε! Δεν μπορεί!
θα νιώσει και αυτή να με γνωρίσει,
θα ψάξει, θα με βρει και ...
τότε θα κρινόμουν πραγματικά,
να δεις, κατάρα μεγάλη θα έπινα,
τόσα χρονάκια πάνε, κανείς δεν έχει πια τέτοια καρδιά,
κανείς δεν τα ‘σχωράει ..
Ναι! Μα την αλήθεια, πρέπει να τα πω !
Την ίδια δεν την στήριξα,
ως μάνα και ως γονέας,
μα, από την άλλη το παράδοξο ! χα!
Τρέλα μου με αγκάλιασες και τούτη την βραδιά μου!
νιώθω ότι,... νιώθω ότι πολλά εκείνης της χρωστάω.
Μα, το πιο σημαντικό την ίδια την ζωή μου!
Την ευτελή μου ύπαρξη σε κείνη την οφείλω..
την σάρκα μου, το σώμα μου, το χιλιοφιλιμένο,
για κείνο το ροδόσταμα, για κείνα τα ματάκια,
μείνανε χρόνια ζωντανά, πείσμα στο πείσμα με έσωσε..!
Αλλιώτικα και εγώ το ποταμό των ζωντανών,
απέναντι ευθύς θα είχα περάσει!
Πρέπει να το πω,
Σε ‘φχαριστώ μικρούλα μου, για σένα ακόμα πνέω,
και ας είναι τα ολίσθια να πάνε παρά πέρα.
Να ζήσω την στιγμή, τα μάτια σα θα κλείσω,
αλήθειες ρεαλιστικές να σου τις δώσω πίσω.
Την σιωπή των χρόνων μου,
να σου την κάνω ποίημα,
τα ζόρια και τα εύκολα,
στεφάνι, στην κάμαρη σου,
να το κρεμάσεις εμπρός σου!
Μα φτάνει πια!
Έρχεται βράδυ πρέπει να κοιμηθώ λιγάκι.
Από το απόγευμα νωρίς δουλειά με λίγα ρούχα θα αρχινίσω,
κορμιά θα συναντήσω.
Κάποιες ψυχές θα λυτρωθούν και κάποιες θα με φάνε.
Χρήμα ακριβό, χρήμα φθηνό αρκεί να το αφήνανε στο κομοδίνο δίπλα,
και μένα δε με σκοτίζει πια, το έχω συνηθίσει..
Φτάνει να μην της λείψει τίποτα, εκτός από την αγκαλιά μου..
(σε κάποια άλλη γωνιά της πόλης..)
«Μάνα εγώ δεν γνώρισα, ίσως να μην με θέλει. Αλλά εγώ την αγαπώ, και αυτή ας μη με ξέρει. Θεέ μου δώσε δύναμη στην μάνα μου να αντέξει, να μην με βλέπει να μη με αγαπά και όταν μια μέρα έρθει, εδώ εγώ θα την φιλέψω. Και αυτό της το αδίκημα, Θεέ μου μην το καταλογίζεις, όπως Εσύ έτσι και ‘γω όλο τον κόσμο συγχωρώ, και ο κόσμος με αγαπάει. »
Με αυτά τα λόγια τα μικρά το ημερολόγιο κλείνει, και ο Θεός απάντησε μέσα απ’ τα όνειρα της.
-----------------------
(Διορθωμένο, γράφτηκε πρώτη φορά στις αρχές του 2008)
8 σχόλια:
Εχθές γυρίσαμε από τα καταπληκτικά Σύβοτα Θεσπρωτίας. Μέναμε στο Καραβοστάσι και γυρίσαμε όλη την γύρω περιοχή. Μια παραλία σ’ ένα μικρό νησάκι απέναντι από τα Σύβοτα, η Πισίνα που πάς με βαρκάκι ήταν όλα τα λεφτά. Η Καραϊβική στα Σύβότα στη κυριολεξία. Μας περίμενε ο Γιωργάκης με 38ο πυρετό. Σήμερα είναι καλά. Τον πήγε η Ελπίδα στο γιατρό και αν είναι καλά φεύγουμε για Παλιούρι Χαλκιδικής, αφού πάρουμε το Βασιλάκη από Θεσσαλονίκη.
Το 1976 σαν σπουδαστής έμενα σε ένα ξενοδοχείο – μπορντέλο στην Αθηνάς το Βασιλικό. Ξαναγύρισα εκεί λιγότερο φοβισμένος να βρω τον ίδιο πόνο και να του διαβάσω την καλημέρα σου.Το «απόσπασμα» ημερολογίου της εξομολόγησης είναι κατάθεση ψυχής ανθρώπου που ζει στα πλοκάμια της παραζάλης ανάμεσα στην αγάπη και στον απόλυτο εξευτελισμό. Γιατί φίλε έχω την γνώμη ότι δεν σε εξευτελίζουν οι πράξεις, αλλά οι άνθρωποι που αγοράζουν κομματάκι – κομματάκι την ψυχή σου.
«Έχτισα τον παράδεισό μου με τα υλικὰ της κόλασής σου.
Η νύχτα με οδήγησε σ᾿ αυτοὺς τους δρόμους;
ἢ αυτοὶ οι δρόμοι με οδήγησαν στη νύχτα;»
Ο σκοπός αγιάζει τις πράξεις, τις απολυμαίνει και τις ελευθερώνει οπό την ανθρώπινη μιζέρια της συνωμοσίας των πολλών. Αυτό τελικά είναι ο ορισμός της υπέρβασης. Καλημέρα, τα λέμε...
Περαστικά στον μικρό σου,
ομολογώ ότι έτρεξα στον χαρτη να δω που πήγες και ζήλεψα...
χρειάζομαι και εγώ διακοπές ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ...
καλα την έθεσες την υπέρβαση...! έτσι είναι.
Καθως διαβαζα το κειμενο προσπαθουσα να καταλαβω τι μου θυμιζε..το ειχα συναντησει στις αναδρομες μου μεσα στο ιστολογιο..(το συνειδητοποιησα οταν διαβασα τη σημειωση)..ειναι πολυ ωραιο..και η διορθωση ακομα πιο ομορφη,σε συνδιασμο με τον τιτλο της..
Μιχαλη,ζηλευω,θελω παρα πολυ να επισκεφθω τα Συβοτα..εχω ακουσει τα καλυτερα..
Σημερα αναγκαστηκα να δω ποσες φορες ζουμε για τους αλλους,για να αφησουμε εντυπωσεις,να προσποιηθουμε για διαφορους λογους την ευτυχια η οτιδηποτε αλλο..κυριως ο γυναικειος πληθυσμος ,η τουλαχιστον εκει μου ειναι ευκολοτερο να το διακρινω,κρινοντας απο τον εαυτο μου..,αληθεια εσεις αισθανεστε ετσι,συχνα?Περα,λοιπον,απο αμηχανη και πολλες φορες αστεια η υποκρισια αυτη,στερει καθε ευτυχια και ικανοποιηση απ τον ηθοποιο της..Γιατι σφινονουμε ευκολα σε τετοια "τρυπακια"?Προσπαθουμε να στριμωχτουμε σε ξενα καλουπια και εκονες?γιατι?ειδα την αντιθεση της ζωης,του αυθορμητισμου,της αληθειας να πρσφερουν σχεδον καθε απολαυση..Γιατι τοση σημασια στη σκεψη καποιων αλλων,που το πιθανοτερο ειναι να μην τη μαθουμε ποτε..
Σίγουρα βρέθηκες σε κάποια κατάσταση όπου αισθάνθηκες αμήχανα, συμβαίνει πολλές φορές.
Γενικά οι άνθρωποι κάνουν πολλές φορές πράγματα για τους άλλους. Τους γεμίζει αυτό, είναι ανθρώπινο. Υποκρισία γίνεται όταν το κάνεις ανακλαστικά και χωρίς να το θέλεις. Σε αυτήν την περίπτωση είναι ενοχλητικό πράγματι. Όσο μεγαλώνει κανείς φυσικά αυτές τις καταστάσεις τις αποφεύγει όσο μπορεί.
Γενικά λένε ότι οι γυναίκες υποκρίνονται/λένε αθώα ψέμματα, γελάνε ψεύτικα όταν χρειάζεται πιο εύκολα από τους άντρες. Προσωπικά δεν το πιστεύω, όσο εύκολο είναι να συναντήσεις μια τέτοια γυναίκα, τόσο εύκολο είναι να συναντήσεις και αντίστοιχο άντρα.
Η μόνη διαφορά που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι οι άντρες είναι πιο χοντροκομμένοι στους τρόπους τους από τις γυναίκες. Δεν ελίσσονται τόσο εύκολα.
Σε ευχαριστώ για το κείμενο, νομίζω και εγώ ότι έτσι είναι λίγο καλύτερο.
Να 'σαι καλά.
Παρατηρησα αυτη την καταστση σε τριτους,οπως ειναι φυσικο βεβαια την εχω ζησει και η ιδια..ενιωσα οτι εβλεπα το μικρο μου ξαδερφακι με τα ρουχα του μπαμπα μου(ο οποιος ειναι 1.90,αλλα δυστυχως με ανισχυρα γονιδια)..εβλεπα ανθρωπους να προσπαθουν να εφαρμοσουν σε μια κατασταση,που φημιζεται για ιδανικη,απλως για μια εικονα,που δεν απολαυσαν γιατι στην πραγματικοτητα δεν τη βιωσαν,δεν τους ταιριαζε..
Χαιρομαι που δεν εχεις προκαταληψεις απεναντι στα γνωρισματα των φυλων,θεωρω κι εγω οτι η φυση δεν μας εχει κανει και τοσο διαφορετικους,για μενα αυτο ειναι απορροια της κοινωνιας στην οποια ερχομαστε..οι διαφορες ειναι επικτητες,γιατι ο κοσμος μας προσποιειται καποια πραγματα ως αναμενομενα για καθε φυλο,ωστε να περασουν στο υποσυνειδητο και να επαληθευθουν απ τις νοθευμενες συμπεριφορες,με σκοπο τα λειτουργικα και οικονομικα της συμφεροντα..
Για να είμαι δίκαιος, υπάρχουν διαφορές βιολογικές. Δεν είναι τυχαίο ότι οι άντρες έχουν μεγαλύτερη μυική δύναμη και το στήθος τους δεν παράγει γάλα. Η φύση έχει προβλέψει για τον ρόλο του καθενός. Οι συμπεριφορές αλλάζουν ανάλογα με την γεωγραφική ηθική. Παράδειγμα δες ποιες οι υποχρεώσεις και οι συμπεριφορές σε μια κοινωνία της Αφρικής και μίας της Νέας Υόρκης.
Τώρα αυτό το παράδειγμα που έφερες πιθανόν να είναι στα όρια "θέλω να μοιάσω". Γενικά οι άνθρωποι αποκτούν πρότυπα - ασυνείδητα- τα οποία κουβαλούν σε όλη τους την ζωή.
Τα ανίσχυρα γονίδια, με ενόχλησε. Για να κρίνεις κάτι πρέπει να δεις τις κατασκευές του. Εσένα.
Να 'σαι καλά.
Συμφωνω με τις βιολογικες διαφορες και με καθε επιπτωση τους στη συμπεριφορα και με οτιδηποτε εχει φροντισει η φυση..
Αναφερομουν ομως σε στερεοτυπα οπως τη γυναικεια φιλαρεσκεια με οτι συνεπαγεται,το ανδρικο παθος για το ποδοσφαιρο και ξεκινωντας απο κει εκτυλισσεται ολοκληρο παραμυθι..αυτα και αλλα τετοια ειναι ευνοητα πλεον χαρακτηριστικα του καθε φυλου,για το δικο μας τυπο κοινωνιας,φοριουνται στα περισσοτερα παιδια και εξελισσονται αναλογως..ισως ακουγεται υπερβολη,ομως βλεπω καθημερινα τα τυποποιημενα πλασματα και μενα κατα καιρους να παρασυρομαι.
Ο μπαμπας εχει αδυναμα γονιδια γιατι το βλασταρι του μολις που αγγιζει ενα φυσιολογικο υψος..!Σε μια πιο γενικη οπτικη ομως εχεις απολυτο δικιο..
καλη σου νυχτα Νικο μου..
α! Sorry δεν εννόησα ορθώς.
Ούτε εγώ βλέπω αθλητικά αν αυτό βοηθάει σε κάτι τον συλλογισμό σου.
Ίσως γιατί τα παιδικά μου χρόνια τα πέρασα χωρίς πατέρα, ίσως γιατί έτσι. Δεν με εκφράζει να βλέπω κάποιους να τρέχουν και κάποιους να χτυπιούνται στο όνομα μια φανέλας. Είμαι κατά του φανατισμού.
Πάντως να πω, ότι έχω γνωρίσει 2 άτομα όλα και όλα σε όλη μου την ζωή που παρόλο που μεγάλωσαν σε α οικογενειακά πρότυπα, έγίναν τελείως διαφορετικοί άνθρωποι. Αυτό σημαίνει ότι ο μιμητισμός δεν είναι πάντα ικανή συνθήκη.
Καληνύχτα και σε σένα.
Δημοσίευση σχολίου